«Υπήρχε ένα υψηλό κύρος που κανείς δεν αμφισβητούσε. Η βράβευση της Ακαδημίας το φώτισε και το «έδειξε» στο Πανελλήνιο. Η Μέριμνα Ποντίων Κυριών ανέβηκε πολύ ψηλά και έχει- δικαιολογημένα -τους προβολείς του πανελληνίου ενδιαφέροντος στραμμένους προς αυτήν…

Όταν τα πνευματικά ιδρύματα μιας χώρας έχουν σωματεία όπως η Μέριμνα Ποντίων Κυριών, στέκονται κι αυτά ψηλότερα, γιατί τιμούν και τιμούνται»

Γαβριήλ Λαμψίδης. Νοέμβρης του 1938

ΔΗΜΟΣ ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ

ΚΕΝΤΡΟ ΣΠΟΥΔΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΔΕΙΞΗΣ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

4 ΣΥΜΠΟΣΙΟ

ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΘΕΣΜΟΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΝΕΩΤΕΡΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ.

Εισηγητές: Σαββίδου Λένα, Λέρας Αχιλλέας, Σαμαράς Ευάγγελος

Θέμα: ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ ΚΥΡΙΩΝ ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΑΣ: « Η ΜΕΡΙΜΝΑ» (1904-1922)

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

4.3 Κοινωνικοπολιτική προσέγγιση του φαινόμενου της Αλληλεγγύης στον Πόντο



 4.3 Κοινωνικοπολιτική προσέγγιση του φαινόμενου της Αλληλεγγύης στον Πόντο

 1. Κατά πολλούς, είναι ο ίδιος ο τόπος που αναγκάζει τους ανθρώπους του να έρθει κοντύτερα ο ένας στον άλλον και να νοιαστεί να βοηθήσει γιατί κι αυτός θα χρειαστεί το νοιάξιμο και την βοήθεια του συνανθρώπου. Ψηλά, κακοτράχηλα βουνά, μεγάλων εκτάσεων δάση με ψηλά δέντρα, ορμητικά ποτάμια και απάτητες ακτές συνθέτουν ένα επιβλητικό περιβάλλον μπροστά στο οποίο ο άνθρωπος νοιώθει δέος, αισθάνεται ανυπεράσπιστος και στρέφεται προς τον συνάνθρωπο για να το τιθασεύσουν με την δύναμη των πολλών.
2. Με την επικράτηση των μουσουλμάνων στον Οθωμανικό κόσμο γεννιέται το δίπολο Χριστιανός – Μουσουλμάνος το οποίο οδηγεί τον Χριστιανό αφ ενός στη θέση του ραγιά αφετέρου όμως λειτουργεί ως σημείο αναφοράς και ενδυνάμωσης της εθνικής συνείδησης και της κοινωνικής αλληλεγγύης. Ο Πόντιος έχει εθνική ταυτότητα: είναι Έλληνας και Ορθόδοξος Χριστιανός και ως εκ τούτο διαφορετικός από τη πληθυσμιακή μάζα μέσα στην οποία ζει. Η διαφορετικότητα του σε συνδυασμό με το αρνητικό σε βάρος του κοινωνικό κλίμα τον οδηγεί στο να δεθεί με τους ομοαίματους ομόθρησκους του και μέσα από την δύναμη των πολλών να βρει το κουράγιο και τη δύναμη να επιβιώσει και να συνεχίσει τη ράτσα του.
3. Τραντέλλενες ονόμαζαν οι Πόντιοι τη ράτσα τους υποδηλώνοντας με τον τρόπο αυτό την αγάπη και το συναισθηματικό δόσιμο τους στην εκείθε Πατρίδα. Αποκομμένοι με φυσικά αλλά και πολιτικοκοινωνικά εμπόδια από την Μητρόπολη τους, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά της, βρίσκουν στην μεταξύ τους επαφή αυτό που τους λείπει: το αίσθημα της ασφάλειας του δικού σου τόπου. Μεταξύ τους μιλούν την ιδιαίτερη γλώσσα τους που οι αιώνες δεν κατάφεραν να σβήσουν την ελληνικότητα της και αναβιώνουν τα πανάρχαιων ριζών έθιμα τους. Οι στενοί μεταξύ τους δεσμοί συμβολίζουν στο συλλογικό ασυνείδητο τους τον ομφάλιο λώρο που πότε δεν κόπηκε και συνεχίζει να συνδέει την Μάνα με το παιδί. Η αλληλεγγύη σι τ εμετέρς εξασφαλίζει τη διαιώνιση του αίματος και δημιουργεί μια ασφαλή συναισθηματική σφαίρα μέσα στην οποία μπορεί να ζήσει και να ευδοκιμήσει ο Ποντιακός ελληνισμός.
4.4 Η γυναικεία φιλανθρωπία στον Πόντο.
Δεν μπορούμε να μιλάμε για  οργανωμένη γυναικεία φιλανθρωπία στον Πόντο πριν από την ίδρυση της Αδελφότητας Κυριών Τραπεζούντος «η Μέριμνα», μιας και αυτή αποτελεί τον πρώτο γυναικείο σύλλογο σε ολόκληρο τον Πόντο.
Μετά την ίδρυση της όμως έχουμε την ίδρυση τριών άλλων γυναικείων συλλόγων, [12]γεγονός που δείχνει ότι η φυσική ευαισθησία των γυναικών δεν εξέλειπε των Ποντίων κυριών, αλλά ότι λόγοι άλλοι που θα εξετασθούν παρακάτω, ανέστειλαν την συλλογική εκφορά της. Για τα χρόνια πριν από την ίδρυση της Μέριμνας,  υλικό από τη λαογραφία μπορεί να μας δώσει μια εικόνα για το φιλεύσπλαχνο και αλληλέγγυο στον συνάνθρωπο, πνεύμα των Ποντίων γυναικών:
Το Πάσχα για παράδειγμα η Πόντια νοικοκυρά βάφει παραπάνω αυγά και ζυμώνει παραπάνω τσουρέκια γιατί ο κόσμος της είναι γεμάτος από φτωχούς συγγενείς και γείτονες.
Το γιορτινό αναστάσιμο τραπέζι όσο φτωχικό κι αν είναι γίνεται πλουσιότερο με την παράσταση σε αυτό των φίλων, των φιλοξενούμενων και των συγγενών. Ο Αλκιβιάδης Ευθυμιάδης θυμάται: «Δεν είχαμε σούβλες και αρνιά όπως τώρα, φτώχεια είχαμε, Μόνο αν κανένας είχε κότα μεγάλη, την έκοβε το Πάσχα, ή αν είχε κάποιος πρόβατο, κατσίκι ή μεγάλο ζώο, το μαγείρευε και φίλευε συγγενείς και γείτονες.
Από τις διηγήσεις για τα έθιμα της Εμπονέστα, μαθαίνουμε ότι τα φαγητά που περίσσευαν από την προηγούμενη ημέρα της Αποκριάς, τα έδιναν σε φτωχές Τουρκάλες που τριγυρνούσαν στις ελληνικές γειτονιές για τον σκοπό αυτό. Χαρακτηριστική είναι η ερώτηση που απηύθυναν οι Τουρκάλες μόλις αντίκριζαν μια Ελληνίδα νοικοκυρά: « Γειτόνισσα, περισσεύματα - ξεπερισσεύματα δεν έχει; » Και οι ελληνίδες σχολίαζαν μεταξύ τους: «Οσήμερον οι Τουρκάντ  α έχ'νε Μπαϊράμ», δηλαδή: «Σήμερα οι Τουρκάλες θα έχουν πανηγύρι».

Από τις καταγραφές των ταφικών εθίμων βλέπουμε την πενθούσα Πόντια γυναίκα ανήμερα της Κυριακής του Θωμά αφού στρώσει το τραπέζι στο μνήμα, να πηγαίνει το φαγητό σε όλους όσους λόγω αρρώστιας, γήρατος ή εγκυμοσύνης και λοχείας δεν μπορούν να παρευρεθούν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου